- κατηνάλωσαν
- κατηνά̱λωσαν , καταναλίσκωuse upaor ind act 3rd pl (doric aeolic)κατηνά̱λωσαν , καταναλίσκωuse upaor ind act 3rd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Гипатия — (Ипатия) Александрийская Ὑπᾰτία ἡ Ἀλεξάνδρεῖα … Википедия